Νέες παρεμβάσεις για τη στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων από το συνεχώς αυξανόμενο κόστος ηλεκτρικού ρεύματος και το φυσικού αερίου τον Ιούλιο ανακοίνωσε ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κώστας Σκρέκας.
Ο κ. Σκρέκας ξεκίνησε κάνοντας λόγο για μια «πρωτοφανή ενεργειακή κρίση που σαρώνει τα νοικοκυριά» σε όλη την ΕΕ, καθώς παρατηρούνται «αλματώδεις αυξήσεις στην ενέργεια».
Η μείωση της ροής φυσικού αερίου από τη Ρωσία στην Ευρώπη κάνει τους πολίτες αλλά και τους ηγέτες να ανησυχούν βαθιά, πρόσθεσε, τονίζοντας ότι η κυβέρνηση έχει σχέδιο για να αντεπεξέλθει ακόμη και στα πιο δυσμενή σενάρια διακοπής αερίου από τη Ρωσία στη χώρα μας και στα Βαλκάνια. Ο υπουργός υπογράμμισε μεταξύ άλλων ότι η κυβέρνηση έχει θέσει σε εφαρμογή ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για την επάρκεια εφοδιασμού της χώρας -διπλασιάζοντας μεταξύ άλλων τη χωρητικότητα LNG στη Ρεβυθούσα, ενώ από τον Σεπτέμβριο θα ξεκινήσει και η λειτουργία της λιγνιτικής μονάδας Πτολεμαΐδα 5. Έπειτα, ο υπουργός ανακοίνωσε πως η κυβέρνηση από τον Ιούλιο προχωρά σε οριζόντια κάλυψη όλων, χωρίς εξαιρέσεις, για όλες τις κατοικίες χωρίς εισοδηματικά κριτήρια και χωρίς όριο κατανάλωσης απορροφώντας το 84% της κατανάλωσης ρεύματος.
Αναλυτικά οι επιδοτήσεις
Πιο αναλυτικά, από τον Ιούλιο επιδοτούνται όλες οι κατοικίες με 200 ευρώ ανά μεγαβατώρα τους οικιακούς καταναλωτές και 240 ευρώ ανά μεγαβατώρα τους δικαιούχους του οικιακού τιμολογίου.
Για τα αγροτικά τιμολόγια η τιμή επιδότησης ανέρχεται στα 213 ευρώ απορροφώντας έως και 90% της αύξησης.
Για το φυσικό αέριο για τον Ιούλιο ανέρχεται στα 30 ευρώ ανά θερμική μεγαβατώρα.
Όπως ανέφερε ο Κώστας Σκρέκας το κόστος της επιδότησης για τον Ιούλιο ανέρχεται στα 722 εκατομμύρια ευρώ, 300 εκατομμύρια περισσότερα σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα.
Αλλαγή παρόχου ρεύματος χωρίς πληρωμή αποζημίωσης
Παράλληλα, υπενθύμισε πως από τον Αύγουστο αναστέλλεται η ρήτρα αναπροσαρμογής ενώ ανακοίνωσε πως ο καταναλωτής θα μπορεί να αλλάζει πάροχο, χωρίς να πληρώνει αποζημίωση.
Πλέον, οι πάροχοι υποχρεούνται να ενημερώνουν τους καταναλωτές τους για τους μεθεπόμενους λογαριασμούς των πολιτών.
Στο πλαίσιο της αυτεπάγγελτης έρευνας της Επιτροπής Ανταγωνισμού (ΕΑ), στην αγορά της λιανικής προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, έγιναν δύο έρευνες δημοσκόπησης: μια σε οικιακούς καταναλωτές και μια σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες καταναλώνουν ηλεκτρική ενέργεια χαμηλής τάσης (Χ.Τ.).
Οι δημοσκοπήσεις έγιναν προκειμένου η ΕΑ να διερευνήσει τις συνθήκες από την πλευρά της ζήτησης στην συγκεκριμένη αγορά, καθώς και την τυχόν εκδήλωση αθέμιτων τιμολογιακών και άλλων εμπορικών πρακτικών των παρόχων που δραστηριοποιούνται σε αυτήν.
Χαρακτηριστικά νοικοκυριών
Ως προς μερικά βασικά χαρακτηριστικά των νοικοκυριών που απάντησαν στην έρευνα καθώς και τις καταναλωτικές τους συνήθειες προέκυψαν τα εξής: Περίπου ένας (1) στους δύο (2) δηλώνει ότι προτιμά την σταθερότητα και να μένει σε αυτά που ξέρει και εμπιστεύεται και ένας (1) στους πέντε (5) δηλώνει ότι προτιμά να δοκιμάζει καινούριες υπηρεσίες και προϊόντα ώστε να ανακαλύπτει καλύτερες επιλογές.
Ενώ όμως το 80% των συμμετεχόντων δίνει προσοχή στους λογαριασμούς του ρεύματος, το 29% δηλώνει ότι είναι δύσκολο να τους κατανοήσει.
Επίσης ένας στους δύο ερωτώμενους (50%) δεν είναι σίγουρος αν έχει το φθηνότερο τιμολόγιο ηλεκτρικής ενέργειας, ακόμα και εντός αυτών που άλλαξαν τιμολογιακό πρόγραμμα το ποσοστό παραμένει υψηλό. Οι υπόλοιποι ερωτώμενοι είναι σχεδόν μοιρασμένοι με το 26% να απαντάει ότι έχουν το φθηνότερο τιμολόγιο και το 22% ότι δεν έχουν το φθηνότερο τιμολόγιο. Ακόμα και μεταξύ των ατόμων που έχουν αλλάξει τιμολόγιο εντός του ίδιου προμηθευτή την τελευταία πενταετία το ποσοστό αυτών που δεν είναι σίγουροι παραμένει υψηλό (45%).
Μικρομεσαίες επιχειρήσεις
Όσον αφορά την σχέση ποιότητας τιμής, πληροφόρησης για διαθέσιμα τιμολόγια και ποικιλίας σε πακέτα, οι επιχειρήσεις με πάροχο τη ΔΕΗ εμφανίζουν μικρότερο βαθμό ικανοποίησης σε ποσοστά 44%, 41% και 33% αντίστοιχα έναντι των επιχειρήσεων που έχουν κάποιον άλλον πάροχο και έχουν βαθμό ικανοποίησης 61%, 64% και 64%.
Γενικά τέσσερεις στις δέκα επιχειρήσεις (37%) που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση δήλωσαν ότι έχουν κάνει σύγκριση τιμών μεταξύ προμηθευτών ηλεκτρικής ενέργειας το τελευταίο έτος.
Η εύρεση χαμηλότερης τιμής ήταν ο κυριότερος παράγοντας που οδήγησε τις επιχειρήσεις να αλλάξουν προμηθευτή εντός της τελευταίας πενταετίας. Επίσης, 43% των επιχειρήσεων που άλλαξαν προμηθευτή απάντησαν ότι ο λόγος ήταν η αύξηση τιμής από τον προηγούμενο προμηθευτή τους, ενώ 32% απάντησαν ότι άλλαξαν προμηθευτή αναζητώντας καλύτερη εξυπηρέτηση, κάτι το οποίο δείχνει ότι ο ανταγωνισμός δεν εστιάζει μόνο στις τιμές αλλά και στην ποιότητα των υπηρεσιών.
Η πλειονότητα (56%) των ερωτηθέντων δηλώνει ότι τελικά η αλλαγή προμηθευτή δεν έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα στην εξοικονόμηση χρημάτων. Η άποψη αυτή είναι ισχυρότερη μεταξύ αυτών που δεν έχουν αλλάξει προμηθευτή και αυτός είναι και ο βασικότερος λόγος που δεν έχουν προβεί σε αλλαγή. Ακόμη και εντός όσων έχουν αλλάξει προμηθευτή μόλις το 22% (1 στους 5) δηλώνει ότι είχε την αναμενόμενη εξοικονόμηση χρημάτων, ενώ το μεγαλύτερο ποσοστό είτε πιστεύει ότι η αλλαγή δεν έχει την αναμενόμενη εξοικονόμηση είτε είναι ουδέτερο.
Η Επιτροπή Ανταγωνισμού τονίζει ότι από τα ευρήματα αυτά προκύπτει ότι υπάρχει κίνδυνος οι καταναλωτές να μην λειτουργήσουν ενεργά στο μέλλον για την εναλλαγή προμηθευτή και ότι ενδέχεται να έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους ότι τυχόν προσπάθεια αλλαγής προμηθευτή θα επιφέρει σημαντική εξοικονόμηση κόστους.