Τα μωσαϊκά, κυριάρχησαν στη μεταπολεμική ελληνική αρχιτεκτονική και στόλισαν τα δάπεδα εκατοντάδων κτιρίων της Ιεράπετρας- μετά τη Γερμανική κατοχή- όταν και βρέθηκε στα καλύτερα της η τέχνη του «μωσαϊκατζή».
Η ομορφιά, και η μοναδικότητά τους διατηρείται και συντηρείται μέχρι και σήμερα, στα δημόσια κτίρια, στις εισόδους, στους κοινόχρηστους χώρους και στα ισόγεια καταστήματα των πολυκατοικιών, στα διαμερίσματα και στα μπαλκόνια τους.
Αυτοί που έχουν χαθεί από την Ιεράπετρα, είναι οι τεχνίτες και οι μάστορες «μωσαϊκατζήδες». Έχουν απομείνει όμως δυο-τρείς παλιοί σε ηλικία πάνω από 75 χρονών, οι οποίοι όσο είναι καλά στην υγεία τους, προσπαθούν να μεταλαμπαδεύσουν στα παιδιά τους η σε νέους μάστορες την τέχνη τους , καθώς υπάρχει τα τελευταία χρόνια αυξημένο ενδιαφέρον από ανθρώπους που θέλουν να συντηρήσουν , να τρίψουν και να γυαλίσουν, παλιά θαμπωμένα δάπεδα η ακόμα και να φτιάξουν καινούργια με μωσαϊκό σε νεόδμητες πολυκατοικίες, εκκλησίες και δημόσια κτίρια.
«Αν και είμαι 78 χρονών σήμερα, και έχω κλείσει 60 χρόνια στην τέχνη του μωσαϊκού, το τηλέφωνο μου χτυπά συνεχώς από ανθρώπους που τους έχω φτιάξει στο παρελθόν τα δάπεδα με μωσαϊκό στα σπίτια η στα καταστήματα τους, και τώρα λόγω διαφόρων μετατροπών που επιχειρούν η λόγω μικρής φθοράς από το χρόνο και την υγρασία, ψάχνουν να βρούν κάποιον τεχνίτη να τους κάνει αυτές τις εργασίες και δε βρίσκουν. Κάποιοι παλιοί τεχνίτες έχουν φύγει από τη ζωή και κάποιοι άλλοι συνταξιούχοι δεν ασχολούνται πλέον με αυτή την τέχνη.
Αυτή η ανάγκη με υποχρέωσε να βρώ έναν νέο τεχνίτη, να τον εκπαιδεύσω , να του μάθω όλα τα μυστικά της κατασκευής των δαπέδων με μωσαϊκό και της συντήρησης τους , γιατί βλέπω ότι η παλιά μόδα του μωσαϊκού επιστρέφει στις σύγχρονες οικοδομές και κάποιοι πρέπει να ασχοληθούν σοβαρά με αυτές», μας είπε ο 78χρονος Δημήτρης Συλιβέστρος που παίζει πλέον το ρόλο του εθελοντή-εκπαιδευτή.
Τα τελευταία χρόνια είναι ολοφάνερο , ότι τα μωσαϊκά επαναξιολογούνται, την ώρα που οι νέοι τεχνίτες με τις συμβουλές των παλιών τα απαλλάσσουν από το θόλωμα που απέκτησαν με την πάροδο του χρόνου. Είναι προφανές πλέον πως τα μωσαϊκά τελικά πέτυχαν και πάλι να κερδίσουν τους χαμένους τους υποστηρικτές και η φήμη τους αποκαθίσταται μαζί με τις επιφάνειές τους.
«Είμαι από τους τυχερούς παλιούς μάστορες των μωσαϊκών που μπόρεσα να μάθω την τέχνη στους τρείς γιούς μου, αν και ασχολούνται με άλλα πράγματα και περιστασιακά με τα μωσαϊκά», μας λέει ο 75χρονος Γιάννης Κορνάρος ο οποίος άρχισε να δουλεύει στην οικοδομή από τα 12 του χρόνια.
«Βλέπω ότι η μόδα των μωσαϊκών επιστρέφει σιγά-σιγά και δεν υπάρχουν πλέον στην Ιεράπετρα οι καλοί τεχνίτες που υπήρχαν μετά το 1960, για να ασχοληθούν σοβαρά με αυτό το επάγγελμα. Μετά το 1990 άρχισε να χάνει έδαφος το μωσαϊκό και να κυριαρχεί στην οικοδομή η τοποθέτηση του κατά κανόνα ακριβότερου μάρμαρου. Μετά από μια καλή δεκαετία ο κόσμος άρχισε να ψάχνει πιο φτηνές και πιο φανταχτερές λύσεις. Τότε άρχισε η χρυσή περίοδος της κυριαρχίας των πλακιδίων τοίχου και δαπέδου», προσθέτει ο κ Γιάννης Κορνάρος που συνεχίζει να δέχεται τηλεφωνήματα για συντηρήσεις παλιών δαπέδων μωσαϊκού, ενώ ο ίδιος ασχολείται καθημερινά με τον κήπο του και χαλαρώνει στο εξοχικό του βόρεια της πόλης της Ιεράπετρας.
Το μωσαϊκό ένα ιδιαίτερα ανθεκτικό υλικό, του οποίου η τιμή ήταν συνήθως πιο χαμηλή σε σύγκριση με το ανταγωνιστικό μάρμαρο και σε σχέση με την ποιότητά του. Για την κατασκευή του, οι τεχνίτες χρησιμοποιούσαν θραύσματα, ψηφίδες από τα λατομεία της υπόλοιπης Ελλάδας, που ίσως δεν θα μπορούσαν να εκμεταλλευτούν αλλιώς.
«Με τα μωσαϊκά μπορούν να στρωθούν ακόμα και τα πολύ δύσκολα δάπεδα ενώ δεν μπαίνουν όρια στη φαντασία του κάθε τεχνίτη , καθώς η επιλογή, τόσο των υλικών όσο και των χρωμάτων, έχει τεράστιο εύρος. Με τα μωσαϊκά συνήθως καταλήγαμε σε πρωτότυπα δάπεδα, διαφόρων χρήσεων, χωρίς αρμούς. Ένας καλός μάστορας με γούστο και φαντασία είχε την ελευθερία να κάνει μοναδικούς συνδυασμούς χρωμάτων με ψηφίδες και τσιμέντο που κανείς δεν μπορούσε να αντιγράψει
Εκτός από τους οικονομικούς και πρακτικούς λόγους το μωσαϊκό αγαπήθηκε φανατικά από πολλούς μηχανικούς και αρχιτέκτονες της Ιεράπετρας σαν ένα ειλικρινές, γοητευτικό και συνάμα μη πολυτελές υλικό που κατάφερε να εκφράσει τη λιτότητα του μοντέρνου», προσθέτει ο 75χρονος Γιάννης Κορνάρος.
«Όταν τα βιομηχανοποιημένα προϊόντα, τα φτηνά μάρμαρα και τα πλακάκια είχαν αρχίσει να εκτοπίζουν από τον κατασκευαστικό κλάδο τα μωσαϊκά , όλοι εμείς οι μάστορες και εγώ ο ίδιος, για να συνεχίσουμε να έχουμε δουλειές, αναγκαστήκαμε να ασχοληθούμε και με την τοποθέτηση μαρμάρων και πλακιδίων. Ποτέ όμως δεν ξεχάσαμε και δεν αφήσαμε την τέχνη μας. Ο καλός τεχνίτης ξεχώριζε από τον τρόπο που έστρωνε την ψηφίδα και από το καλό τρίψιμο και τα γυάλισμα του μωσαϊκού», συμπληρώνει ο 78χρονος μάστορας Δημήτρης Συλιβέστρος ο οποίος μας δείχνει τις καινούργιες αθόρυβες μηχανές ρεύματος και μας υπενθυμίζει ότι οι παλιές μηχανές τριψίματος των μωσαϊκών ήταν πολύ πιο μεγάλες σε όγκο, ήταν βενζινοκίνητες και πολύ θορυβώδεις με αποτέλεσμα οι περισσότεροι τεχνίτες να ταλαιπωρούνται από την εξασθένηση της ακοής τους αλλά και από αναπνευστικά προβλήματα λόγω της καθημερινής εισπνοής της σκόνης από το τρίψιμο των μωσαϊκών.
Μέχρι και σήμερα υπάρχουν και διατηρούνται σε άριστη κατάσταση στην Ιεράπετρα, πολλά από τα περίτεχνα δάπεδα μωσαϊκού που παραμένουν άφθαρτα και αναλλοίωτα , με πολύ μικρές εργασίες συντήρησης (τρίψιμο και γυάλισμα) τις οποίες οι ιδιοκτήτες τους φροντίζουν να κάνουν ανά δεκαετία.
ΝΙΚΟΣ ΠΕΤΑΣΗΣ